εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Ο Ρόλος της Βιομηχανίας Τροφίμων

0 comments

 

 
Η ετήσια έκθεση που εκπόνησε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) τονίζει το θεμελιώδη ρόλο της βιομηχανίας τροφίμων-ποτών στην ελληνική, αλλά και την ευρωπαϊκή μεταποίηση. 
 
 
Σύμφωνα με το πόρισμα της έρευνας, η βιομηχανία τροφίμων, αφορώντας σε μία στις πέντε ελληνικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με τη μεταποίηση και διαγράφοντας ανοδική πορεία, κατά την τριετία 2009-2011, συνιστά μοχλό ανάπτυξης. Γι’ αυτό, πρέπει να δοθεί έμφαση στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, μέσω των εξαγωγών και της επένδυσης σε νέες τεχνολογίες, αλλά και μέσω της ανάδειξης του ανθρώπινου παράγοντα.
 
Στην έκθεση παραθέτονται αξιόλογα στοιχεία όσον αφορά στις καταναλωτικές τάσεις, τους βασικούς δείκτες τιμών, την απασχόληση και τη διαχρονική εξέλιξή της ανα υποκλάδο καθώς και πίνακες με βασικά χρηματοοικονομικά στοιχεία αντλούμενα από τους πιο πρόσφατους ισολογισμούς των Ανώνυμων Εταιρειών (ΑΕ) και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης (ΕΠΕ) του κλάδου.
 
Σύμφωνα με την έκθεση, η Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών συνιστά έναν από τους μεγαλύτερους τομείς της μεταποιητικής βιομηχανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσον αφορά στον κύκλο εργασιών, την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, τον αριθμό των επιχειρήσεων και την απασχόληση.
 
Ανάμεσα στους πρώτους κλάδους σε σχέση με τους άλλους σημαντικούς τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας, αναδεικνύονται, εκτός των άλλων σύμφωνα με την έρευνα και η αυτοκινητοβιομηχανία, τα χημικά, τα βιομηχανικά μηχανήματα και ο εξοπλισμός και τα μεταλλικά προϊόντα.
 
Όσον αφορά, ειδικότερα, στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, ο συνολικός κύκλος εργασιών, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καλύπτει το 16% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής (στοιχεία 2011), ενώ η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία του τομέα καλύπτει περίπου το 14%, αποσπώντας, έτσι, το μεγαλύτερο μερίδιο σε όρους προστιθέμενης αξίας από κάθε άλλο τομέα της ευρωπαϊκής μεταποίησης.
 
Συγκεκριμένα, η ελληνική βιομηχανία τροφίμων αυτή συνιστά έναν από τους σημαντικότερους τομείς της οικονομίας, όπως τονίζεται στην έρευνα.
 
Η συμβολή της στα κύρια διαρθρωτικά μεγέθη της, άλλωστε, είναι εξαιρετική καθώς, σύμφωνα με την έκθεση, καλύπτει το 1/5 του συνόλου των επιχειρήσεων της μεταποίησης και σε αυτόν απασχολείται το 1/4 του συνόλου των απασχολούμενων στην παραγωγή.
 
Επιπλέον, ως προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία και τον κύκλο εργασιών, ο τομέας καλύπτει το 30% και 25% αντίστοιχα στο σύνολο μεταποίησης.
 
Η έκθεση επισημαίνει, ακόμη, ότι το μεγαλύτερο μερίδιο του ελληνικού κλάδου τροφίμων στη μεταποίηση αντανακλά αφενός την εγχώρια δυναμική του, την οποία αντλεί και από τη σύνδεσή του με τον τουρισμό, τα ξενοδοχεία και εστιατόρια, αφετέρου όμως και την υπο ανάπτυξη των λοιπών κλάδων του εγχώριου τομέα της μεταποίησης.
 
Ακόμα, σημειώνεται ότι ο κλάδος υπέστη ισχυρό πλήγμα το 2009, οπότε και ξεκίνησε η υφεσιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, σε όρους απασχόλησης, ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας, πωλήσεων κ.α.. Η μείωση αυτή, όμως, προήλθε κυρίως από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις (κάτω των 10 εργαζομένων), οι οποίες αποτελούν, ωστόσο, και τη συντριπτική πλειοψηφία, τόσο στη Βιομηχανία Τροφίμων (95%), όσο και στα Ποτά (90%).
 
Παρόλα αυτά, ύστερα από μια πτώση της μέσης ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας τροφίμων, ποτών και καπνού κατά 23% περίπου, την περίοδο 2005-2008, την τριετία 2009-2011 ο κλάδος καταγράφει τη μεγαλύτερη μέση ετήσια συμβολή του, ως προς το σύνολο της μεταποίησης, σε όρους προστιθέμενης αξίας παραγωγής, από τις αρχές του 2000.
 
Έμφαση σε εξωστρέφεια, ανταγωνιστικότητα και αποδοτική συνεργασία
 
Με βάση τα παραπάνω, η ελληνική βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις ώστε να παραμείνει βασικός μοχλός ανάπτυξης της χώρας, ακόμα και σε αυτή την ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο που βιώνουμε.
 
Η έκθεση τονίζει από την άλλη, την ανάγκη για ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στην εξωστρέφεια και τις εξαγωγές, ώστε να μπορέσει να αποτελέσει η ελληνική βιομηχανία τροφίμων το πραγματικό εφαλτήριο αναπτυξιακής τροχιάς.

Παράλληλα, εκφράζεται η πεποίθηση ότι προς αυτή την κατεύθυνση θα συμβάλλουν καθοριστικά η ελληνική ποιότητα και ταυτότητα των προϊόντων, καθώς και η οργανωμένη προώθηση του ελληνικού brand name τροφίμων.
 
Για τον λόγο αυτόν, απαιτείται συντονισμός και ακόμα πιο στενή συνεργασία μεταξύ των εκπροσώπων του κλάδου, ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν οι συνέργειες εκείνες που θα συνεισφέρουν τα μέγιστα στην προβολή των ελληνικών προϊόντων, θα διασφαλίσουν την επιλογή μιας ορθής στρατηγικής και θα εγγυηθούν τη σταθερότητα υλοποίησης του μακροχρόνιου σχεδιασμού της.
 
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ετήσια έκθεση του ΙΟΒΕ δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα και στη σπουδαιότητα ενίσχυσης του ανθρώπινου δυναμικού ως μέσου βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων τροφίμων.
 
Ειδικότερα, υπογραμμίζεται η ανάγκη υποστήριξης των χαρακτηριστικών και προσόντων που ενσωματώνει το δυναμικό της χώρας, των γνώσεων, της εμπειρίας, των δεξιοτήτων, καθώς και του βαθμού εξειδίκευσής του.
 
Η ταχύτατη μεταβολή των νέων τεχνολογιών άλλωστε, καθιστά αναγκαία την ταχύτατη προσαρμογή και την ευελιξία του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στις απαιτήσεις του κλάδου μέσα σε ένα πλαίσιο έντονου διεθνούς ανταγωνισμού.