εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Αιγοπροβατοτροφία: Προβλήματα και Προτάσεις των Παραγωγών Η σημασία της γενετικής βελτίωσης και της αξιοποίησης των βοσκοτόπων

0 comments

 του Ελευθέριου Γίτσα, αντιπροέδρου του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας

 

Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο ΤΕΥΧΟΣ 104 του περιοδικού ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΣΜΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011

 

Η αποτελεσματική εφαρμογή των μεθόδων της Γενετικής Βελτίωσης και η ουσιαστική αξιοποίηση του πλούτου των βοσκοτόπων της χώρας μας, είναι δύο ζητήματα άμεσης αντιμετώπισης, χωρίς ουσιαστικό οικονομικό κόστος, και με πολύ μεγάλη σημασία για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας μας.


Τα προβλήματα του χώρου της αιγοπροβατοτροφίας είναι πολλά και επείγοντα και έχουν κατατεθεί

σε πολλές συσκέψεις στελεχών και σε συγκεντρώσεις-διαμαρτυρίες των κτηνοτρόφων μας. Ο Σ Ε Κ έχει καταθέσει πρόσφατα σχετικό κατάλογο διεκδικήσεων και θεώρει πως είναι εξαιρετικά επείγοντα αιτήματα, από την επίλυση των οποίων εξαρτάται η βιωσιμότητα του κλάδου και της κτηνοτροφίας γενικότερα. Επομένως δεν χρειάζεται να επαναληφθούν για άλλη μια φορά.

Υπάρχουν αιτήματα:

••άμεσης αντιμετώπισης με οικονομικό κόστος.

••άμεσης αντιμετώπισης χωρίς ουσιαστικό οικονομικό κόστος, και

••αναπτυξιακά. αιτήματα

 

Δυο αιτήματα λοιπόν άμεσης αντιμετώπισης χωρίς ουσιαστικό οικονομικό κόστος για την

κτηνοτροφία μας είναι: η αποτελεσματική εφαρμογή των μεθόδων της Γενετικής Βελτίωσης και η ουσιαστική αξιοποίηση του πλούτου των βοσκοτόπων της χώρας μας.


Γενετική βελτίωση

Γενετική βελτίωση δεν είναι άλλο παρά μόνο η συνεχής και συστηματική συγκέντρωση πληροφοριών για τις ποσοτικές και ποιοτικές αποδόσεις των παραγωγικών ιδιοτήτων των αιγοπροβάτων, για την δημιουργία συγκεκριμένωνγονότυπων. Στη συνεχεία οι πληροφορίες αυτές χρησιμοποιούνται από τον κτηνοτρόφο για την αποτελεσματική και κερδοφόρα διαχείριση της εκτροφής του.

Η εξέλιξη και η σημερινή κατανομή του πληθυσμού των αιγοπροβάτων στην Ελλάδα, είναι αποτέλεσμα των επεμβάσεων και των αλλαγών που έλαβαν χώρα τα προηγούμενα χρόνια.

Η ανεξέλεγκτη διασταύρωση και η απρογραμμάτιστη εφαρμογή της τεχνικής σπερματέγχυσης είχαν σαν αποτέλεσμα την μείωση του πληθυσμού μέχρι και εξαφάνιση ορισμένων φύλων με αποτέλεσμα οι διασταυρωμένοι και εκφυλισμένοι τύποι που δημιουργήθηκαν να αποτελούν το 90% του πληθυσμού της χώρας.

Ο συνολικός αριθμός αιγοπροβάτων που εκτρέφονται στην χωρά μας σε καθαρά ποίμνια δεν υπερβαίνει τα 700.000 κεφάλια, σε συνολικό αριθμό 14 εκατομμυρίων κεφαλιών. Από τις 26 συνολικά Ελληνικές φυλές οι 6 έχουν εξαφανιστεί, ενώ οι υπόλοιπες έχουν κύρια κατεύθυνση το γάλα, τα αρνιά και τα κατσίκια. Αντίστοιχα η πλειοψηφία των αιγών αποτελεί έναν εγχώριο ποικιλόμορφο πληθυσμό που ονομάζεται Ελληνική Αίγα.

Σήμερα εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα γενετικής βελτίωσης που αφορά συνολικά 30.000 -35.000

αιγοπρόβατα εντοπίων φύλων κυρίως το Χιώτικο στην Μακεδονία το Καραγκούνικο, Μυτιληνιό, Φριζάρτα, και γίδα Σκοπέλου.

Εδώ λοιπόν ο Σ.Ε.Κ ως ο κύριος εκπρόσωπος όλων των κτηνοτρόφων της χώρας, έχοντας υπόψη τις δυσλειτουργίες που έχουν προκύψει κατά την υλοποίηση της Γενετικής Βελτίωσης στην χώρα μας, πρότεινε στο Υ.Α.Α.Τ το ακόλουθο λειτουργικό πλαίσιο. Αυτό είναι απόλυτα εναρμονισμένο με ότι

συμβαίνει στις κτηνοτροφικά προηγμένες χώρες όπου η Γενετική Βελτίωση πραγματοποιείται

από τις οργανώσεις των παραγωγών με την στήριξη των αντιστοιχών Υπουργείων, των Πανεπιστήμιων, και των ερευνητικών ιδρυμάτων.


Συλλογική Οργάνωση

Προτείνει λοιπόν να δημιουργηθεί μια ισχυρή Συλλογική Οργάνωση Κτηνοτρόφων με διαπραγματευτική δύναμη και δυνατότητα παρέμβασης στην παραγωγική διαδικασία.

Σκοπός του Συλλογικού Οργάνου θα είναι να προωθήσει με κάθε νόμιμο τρόπο την αύξηση

της παραγωγικότητας και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της κτηνοτροφίας συνδυάζοντας τις σύγχρονες απαιτήσεις για βιώσιμη ανάπτυξη και προστασία του περιβάλλοντος.

Μεταξύ των δραστηριοτήτων θα είναι:

1. Η στήριξη οργάνωσης και της διαχείρισης των μονάδων.

2. Επέμβαση σε θέματα πολιτικής και νομοθεσίας σχετικά με την κτηνοτροφία.

3. Παραγωγή ζωοτροφών.

4. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση του έργου της Γ. Β. και γενικότερα στη διατήρηση και διαχείριση του γενετικών πόρων των αγροτικών ζώων. Μη μπορώντας αυτά τα λίγα καθαρόαιμα να καλύψουν την ζήτηση, πάρα πολλοί κτηνοτρόφοι στρέφονται στην αγορά ξενικών ζωών, με κίνδυνο αν  αφεθούμε και ανεχτούμε αυτήν την κατάσταση, τότε με μαθηματική ακρίβεια σε λίγα χρόνια, να έχουν χαθεί και οι τελευταίες αυτόχθονες φυλές.

Εδώ λοιπόν η Συλλογική Οργάνωση κτηνοτρόφων, ως ο κύριος εκπρόσωπος όλων των κτηνοτρόφων της χώρας σε συνεργασία με τα Κ. Γ. Β. Ζ του Υ. Α. Α. Τ θα ενεργεί ως οργανισμός συγκέντρωσης επεξεργασίας του έλεγχου των αποδόσεων που συγκεντρώνονται από ομάδες παραγώγων ή συνεταιριστικές οργανώσεις. Όλες οι ομάδες θα συνδέονται σε κεντρική βάση δεδομένων που θα λειτουργεί με την επίβλεψη και την ευθύνη του Σ Ε Κ ως κεντρικού φορέα της Ελληνικής Κτηνοτροφίας, όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Έχοντας υπόψη τις δυσλειτουργίες που έχουν προκύψει στην προσπάθεια υλοποίησης της παρούσας δομής για τον έλεγχο των αποδόσεων και την τήρηση του γενεαλογικού βιβλίου, προτείνουμε το ακόλουθο λειτουργικό πλαίσιο.

Γενετική Βελτίωση καθαρών φυλών

Πρέπει να αποφασιστεί ποιες καθαρές φυλές θα διατηρηθούν και με ποιο τρόπο θα επεκταθούν.

Εδώ είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν οργανώσεις εκτροφέων κάθε φυλής χωριστά, ώστε να έχουν την ευθύνη της φυλής τους και της Γενετικής Βελτίωσης, αξιοποιώντας παράλληλα το κάθε ένα από τα επτά Κ. Γ. Β. Ζ. που υπάρχουν σήμερα στην χώρα. Στόχος χρόνο με το χρόνο είναι να αυξάνονται οι παραγωγικές ιδιότητες σε όλες τις φυλές, μια και υπάρχει μεγάλο περιθώριο με την εφαρμογή σύγχρονων μεθόδων αξιολόγησης, επιλογής, και διάχυσης του υψηλού γενετικού υλικού.

Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η περίφημη εξισωτική αποζημίωση που τόσος θόρυβος γίνεται γύρω από αυτήν δεν είναι τίποτε άλλο από 15 κιλά αύξηση ανά πρόβατο το χρόνο σε μια μονάδα 300  προβάτων.

Ιδιαίτερη όμως σημασία έχει αυτό το αποτέλεσμα να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της αγοράς,  τις απαιτήσεις των καταναλωτών, για τρόφιμα ποιοτικά και ασφαλή, με διαδικασίες που σέβονται το περιβάλλον και την καλή διαβίωση των ζωών.

Γενετική Βελτίωση σε διασταυρωμένα αιγοπρόβατα

Εδώ με την συστηματική συγκέντρωση πληροφοριών για ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία και με την χρησιμοποίηση από καθαρές φυλές κριών, αναβαθμίζουμε συστηματικά επί 5 έως 6 διαδοχικές γενεές. Το αποτέλεσμα αυτών θα είναι να καθαριστούν οι εκτροφές και να ενταχθούν σε αυτό. Η ανεξέλεγκτη διασταύρωση και η απρογραμμάτιστη εφαρμογή της τεχνικής σπερματέγχυσης είχαν σαν αποτέλεσμα την μείωση του πληθυσμού μέχρι και εξαφάνιση ορισμένων φυλών με αποτέλεσμα

οι διασταυρωμένοι και εκφυλισμένοι τύποι που δημιουργήθηκαν να αποτελούν το 90% του πληθυσμού της χώρας.

Μπορεί από αυτόχθονες αναγνωρισμένες φυλές ή σε άλλες, να δημιουργηθεί νέα προσαρμοσμένη φυλή, μιας και το υφιστάμενο πλαίσιο κανονισμών της Ε. Ε αφήνει τον χαρακτηρισμό των ζωικών πληθυσμών, ως  φυλών στην διάκριση των χωρών όπου εκτρέφονται. Σε πολλές περιπτώσεις έχουν δημιουργηθεί εγχώριοι τύποι από γνωστές φυλές άλλων χωρών που είχαν εισαχθεί για λόγους σχετικούς με την βελτίωση της παραγωγικότητας των κτηνοτροφικών μονάδων, όπως η περίπτωση του  Φριζάρτα.


Τρομώδης νόσος
Γενετική βελτίωση δεν μπορεί να γίνεται χωρίς παράλληλα να εφαρμόζεται πρόγραμμα ελέγχου της τρομώδους νόσου. Η αύξηση της ανθεκτικότητας των αιγοπροβάτων στην τρομώδη νόσο πρέπει να αποτελέσει στόχο υψηλής προτεραιότητας. Εκτροφές με καθαρόαιμα ή διασταυρωμένα ζώα πρέπει να χρησιμοποιούν ανθεκτικούς κριούς ή και προβατίνες, ώστε σταδιακά να εκριζωθεί η ασθένεια, που η παρουσία της, αν αφεθεί, μπορεί να εξαφανίσει αυτόχθονες φυλές με μικρό πληθυσμό.

 

Ζωικά γενετικά αποθέματα
Η δημιουργία και η διατήρηση ενός σημαντικού γενετικού αποθέματος, αποτελεί εγγύηση για την επιβίωση, την μελλοντική ανταγωνιστικότητα, και τις επιλογές της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Για το σκοπό αυτό, πρέπει να αναπτυχτεί ένα εθνικό προγραμμα δράσης, όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ε.Ε., για την διαχείριση των γενετικών πόρων των αγροτικών ζώων.
Στο πρόγραμμα αυτό θα πρέπει να εκπροσωπούνται όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς, όπως το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ο ΣΕΚ με τις οργανώσεις των παραγώγων που διατηρούν τις αυτόχθονες φυλές, τα πανεπιστήμια, το ΕΘΙΑΓΕ καθώς και μη κυβερνητικές οργανώσεις και ιδιώτες.
Η προτεραιότητα στη μάχη για την διατήρηση και την περαιτέρω επέκτασή μας στην αγορά εγχώριων κτηνοτροφικών προϊόντων με έμφαση στα προϊόντα της αιγοπροβατοτροφίας, και την διατήρηση του χαρακτηρισμού της φέτας ως Ελληνικού Π.Ο.Π., θα πρέπει να στηριχτεί στις οργανώσεις των παραγωγών, σε επιλεκτικούς στόχους που θα περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά της ποιότητας του τελικού προϊόντος, προσαρμογή στις απαιτήσεις της αγοράς, δημιουργία ανοικτών γενεαλογικών βιβλίων, τακτοποίηση των διασταυρωμένων πληθυσμών και την αύξηση του μεγέθους των εγχώριων φύλων.

Η αξιοποίηση των βοσκότοπων

Η οικονομική σημασία των βοσκών είναι πολύ μεγάλη, γιατί αποτελούν την κύρια πηγή τροφής

των αιγοπροβάτων εξασφαλίζοντας έτσι πολύτιμα για την χώρα μας ζωικά προϊόντα. Μεγάλο μέρος της εγχώριας παραγωγής σε κρέας και γάλα οφείλεται στη βοσκήσιμη υλη των βοσκότοπων. Το πόσο μεγάλη σημασία αποτελεί η ύπαρξη κατάλληλων βοσκοτόπων και για την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων αλλά και για την οικονομική βιωσιμότητα μιας κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο. Υπολογίζεται ότι η ετήσια παραγωγή των βοσκών ανέρχεται σε 5,5 εκατομμύρια τόνους περίπου βοσκήσιμης ύλης, ηοποία αξιοποιείται από τα αιγοπρόβατα και τα βοοειδή με απευθείας βόσκηση και καλύπτει τις τροφικές ανάγκες των ζωών για 7 μήνες το έτος περίπου. Έχει υπολογιστεί ότι για ένα μικρό ζώο με μέση απόδοση σε γάλα τα 100 κιλά, απαιτούνται 13 στρέμματα μετρίου βοσκότοπου με παραγωγή περίπου 100-130 κιλά χόρτο/στρεμ. Συνεπώς μπορούμε να πούμε κάνοντας έναν απλό υπολογισμό πως από 13 στρ, μέτριου βοσκότοπου κάθε χρόνο παίρνουμε τουλάχιστον 70 ευρώ. Δυο δεκαετίες πριν, υπολογίζεται ότι στις βοσκές παράγονταν ετησίως 75.000 τόνοι κρέατος και 480.000 τόνοι γάλακτος. Σήμερα αυτές οι ποσότητες έχουν μειωθεί περίπου στα μισά, και απ’ ότι φαίνεται μέχρι στιγμής αυτό δεν είναι αναστρέψιμο. Παλαιότερα, η βασική αιτία για την απώλεια λιβαδικών εκτάσεων ήταν η  υπερβόσκηση, ενώ σήμερα ακριβώς το αντίθετο: η υποβόσκηση των βοσκοτόπων από την κτηνοτροφία, είτε γιατί τα ζώα μειώθηκαν είτε γιατί έφυγαν παντελώς από την εκτατική κτηνοτροφία και στραφήκαν στην εντατική σταβλισμένη. Μια ακόμη αιτία είναι ότι ο κτηνοτρόφος αντικατέστησε πολλές τοπικές φυλές ζώων, που ήταν ικανές να χρησιμοποιούν την φυσική βλάστηση, με  παραγωγικότερες φυλές, αλλά λιγότερο ικανές να χρησιμοποιούν βοσκότοπο. Φανταστείτε να μπορούσαμε να καταναλώσουμε όλη την ποσότητα που παράγουν ετησίως όλες οι ελληνικές βοσκές. Θα έπρεπε να έχουμε 40 εκατομμύρια αιγοπρόβατα, γιατί τόση περίπου είναι η βοσκοϊκανότητα των λιβαδιών της χώρας. Σήμερα ο κλάδος εγκαταλείπεται αργά και σταθερά και έχει μειωθεί επικίνδυνα η ελληνική παραγωγή, με πρώτο και σοβαρότερο αίτιο, το συνεχώς αυξανόμενο κόστος των ζωοτροφών. Τώρα νομίζω, είναι καιρός οι κτηνοτρόφοι να αναθεωρήσουμε μερικά από τα μοντέλα εκτροφής που ακλουθήσαμε τα τελευταία χρόνια, και όσον το δυνατόν περισσότεροι από εμάς, να αλλάξουμε, δημιουργώντας τις συνθήκες εκείνες που θα μας επιτρέψουν να εκμεταλλευτούμε αυτόν τον πλούτο. Έναν πλούτο ποσοτικά τεράστιο, ποιοτικά ανεκτίμητο, και μοναδικό στην Ευρώπη, που θα βοηθήσει τις εκμεταλλεύσεις να γίνουν οικονομικά βιώσιμες.


Πρέπει όμως και η Πολιτεία
να δώσει λύσεις σε προβλήματα άλυτα επί 10ετιες, όπως το ιδιοκτησιακό, όπως η νομή και η χρήση τους, αλλά και κάνοντας έναν ενιαίο κώδικα, για όλους τους βοσκότοπους της χώρας, που θα περιέχει ρυθμιστικές διατάξεις για την βόσκηση. Ο κώδικας αυτός να δίνει λύση στα εξής:

α) Η νομή, η χρήση, αλλά και η διαχείριση των βοσκότοπων να δίνεται στους Ο.Τ.Α. οι οποίοι με την σειρά τους θα παραχωρούν στους δημότες κτηνοτρόφους που πληρούν τις προϋποθέσεις.

β) Η παραχώρηση του βοσκοτόπου, να είναι μόνο για χρήση και για όσο χρονικό διάστημα διατηρεί την κτηνοτροφική του εκμετάλλευση, ώστε να μπορεί να εκτελέσει επιδοτούμενα προγράμματα, σχέδια βελτίωσης κλπ.

γ) η έκταση που θα παραχωρηθεί να είναι ανάλογη με τις ζωικές μονάδες που έχει στην κατοχή του.

δ) Η παραχώρηση να γίνεται χωρίς οικονομικά ανταλλάγματα.

ε) Η έκταση της βοσκής της κάθε εκμετάλλευσης να είναι εμφανώς οριοθετημένη (περιφράξεις κλπ), ώστε να μπορεί ο κτηνοτρόφος να κάνει όσες βελτιώσεις μπορεί, προς όφελος του(σπορά, λίπανση, κλπ)

ζ) Να ακολουθηθεί σύστημα βόσκησης εκ περιτροπής, ώστε να μην έχουμε φαινόμενα υπερβόσκησης ή άναρχης βόσκησης.

η) Να συσταθεί σε κάθε δήμο, τοπικό συμβούλιο διαχείρισης βοσκότοπων, στο οποίο θα συμμετέχουν:

••Ένα μέλος του Δ/Σ, των κατά τόπους ΟΤΑ

••Ένας εκπρόσωπος κτηνοτροφικής οργάνωσης

••Εκπρόσωπος τοπικού διαμερίσματος και

••Ένας λιβαδοπόνος που με την επιστημονική του κατάρτιση θα συμβάλει στη διατήρηση, στη διαχείριση και στην προστασία των λιβαδιών.


Το συμβούλιο αυτό πρέπει να γνωρίζει τα όρια και την βοσκοϊκανότητα κάθε βοσκοτόπου και να δίνει τις απαραίτητες οδηγίες στον κτηνοτρόφο που αφορούν την ορθή βόσκηση στο συγκεκριμένο χώρο. Επίσης να μπορεί να ελέγχει όποτε χρειαστεί, ότι ο κτηνοτρόφος τηρεί τους όρους και τις προϋποθέσεις, που του έχουν εκ των προτέρων τεθεί, ώστε να προστατευτεί η βοσκή από φαινόμενα υπερβόσκησης, υποβόσκησης, ερημοποίησης, διάβρωσης, πυρκαγιάς, κλπ. Σε όλον τον κόσμο δεν υπάρχει χώρα, που θέλει να λέγεται σύγχρονη και οργανωμένη, αν δεν έχει οργανώσει τον πρωτογενή της τομέα ως εξής: 60% – 70% ζωική παραγωγή, και 30%-40% φυτική παραγωγή. Εμείς μια χώρα μικρή, και με πολύ μικρότερη καλλιεργήσιμη γη, κάνουμε ακριβώς το αντίθετο. Έχουμε 52 εκατομμύρια στρέμματα βοσκότοπων, το 39,5% της έκτασης της χώρας μας, με μια απίστευτη βιοποικιλότητα, ικανή να θρέψη τετραπλάσιο ζωικό κεφάλαιο και να παράγουμε τα πολύ ποιοτικά Π.Ο.Π. ζωικά προϊόντα.