εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Παραχωρητήρια Γεωργικής Γης

0 comments

 Ο τύπος των παραχωρητηρίων για μεταβιβάσεις αγροτικής γης καθορίσθηκε με υπουργική απόφαση, η οποία μαζί με τα σχετικά υποδείγματα δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 1945/Β/15 – 6 – 2012.

Συγκεκριμένα, πρόκειται για την με αριθμό 400/68695 υπουργική απόφαση με την οποία καθορίζονται:

·         ο τύπος του παραχωρητηρίου που εκδίδεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 22 του Ν. 4061/2012,

·         ο τύπος του παραχωρητηρίου που εκδίδεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 23 του Ν. 4061/2012 και αφορά στην περίπτωση εξαγοράς του ακινήτου στο ύψος της αντικειμενικής ή αγοραίας αξίας αυτού, σύμφωνα με τα εδάφια α’ και β’ της παραγράφου 5 του ιδίου ως άνω άρθρου,

·         ο τύπος του παραχωρητηρίου που εκδίδεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 7 του άρθρου 23 του Ν. 4061/2012 και αφορά στην περίπτωση εξαγοράς του ακινήτου από αγρότη στο 1/3 της αξίας αυτού, σύμφωνα με το εδάφιο γ’ της παραγράφου 5 του ιδίου ως άνω άρθρου.

 

Οι τίτλοι που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Ν. 4061/2012 και αφορούν εκκρεμείς αιτήσεις για εξαγορά ακινήτων, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 3147/2003, φέρουν, κατά περίπτωση, τον τύπο των προηγούμενων παραχωρητηρίων σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτά.

 

Η ελληνική Γεωργία ως Μοχλός Εξόδου της Χώρας από την Κρίση


Ένα εθνικό προγραμματικό πλαίσιο για την ελληνική γεωργία θέτει με επιστολογράφημά του ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Καθηγητής Γιώργος Παπαστάμκος και μέλος των Επιτροπών Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου, και Προϋπολογισμών

Αναλυτικά το κείμενο του κ. Παπαστάμκου έχει ως εξής:

 

Το ελληνικό σύστημα διακυβέρνησης οφείλει, έστω και αυτήν την υστάτη ώρα, να θέσει τη γεωργική ανάπτυξη στην πρώτη γραμμή των πολιτικών που δύνανται να συνεισφέρουν αποφασιστικά στην εθνική προσπάθεια εξόδου της Ελλάδος από την κρίση. Προς τούτο απαιτείται η λήψη άμεσων μέτρων ανάταξης του γεωργικού κλάδου αφ’ ενός και η διαμόρφωση μίας μακρόπνοης εθνικής στρατηγικής αφ’ ετέρου, η οποία μάλιστα θα αποτελέσει ασφαλή οδοδείκτη τόσο κατά το στάδιο της διαπραγμάτευσης της υπό μεταρρύθμιση Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, όσο και της εφαρμογής του μελλοντικού ρυθμιστικού πλαισίου.

 

Ως προς την τρέχουσα προγραμματική περίοδο, οφείλω να υπενθυμίσω ότι ως Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουμε -ήδη από τον Δεκέμβριο του 2012- νομοθετήσει υπέρ ενός αυξημένου ποσοστού συγχρηματοδότησης της ΕΕ (έως και 95%) στο πλαίσιο του ισχύοντος Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης της Ελλάδος (2007-2013), ως προς το ποσό των 2,2 δισ. ευρώ, το οποίο δεν έχει ακόμη απορροφηθεί. Υπογραμμίζω εκ νέου την αναγκαιότητα άμεσης κινητοποίησης των ελληνικών αρχών για την έγκριση του αναθεωρημένου προγράμματος, ώστε να διασφαλισθεί η μέγιστη και στοχευμένη αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων υπέρ της Ελλάδος της υπαίθρου με πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ζητούμενη αναπτυξιακή δυναμική της χώρας.

 

Μείζον πρόβλημα, το οποίο χρήζει άμεσης αντιμετώπισης, είναι τόσο η δυσχερέστατη πρόσβαση των γεωργών σε χρηματοδότηση (μέσω τραπεζικών δανείων), όσο και το διαρκώς αυξανόμενο κόστος γεωργικών εισροών, εξ’ αιτίας των οποίων πολλοί γεωργοί εξαναγκάζονται σε παύση γεωργικής δραστηριότητας. Στο πλαίσιο κοινοβουλευτικού ελέγχου που άσκησα έναντι της Κομισιόν για την ανάδειξη του εν  λόγω ζητήματος, η τελευταία σημειώνει στην απάντησή της ότι κατά την τρέχουσα περίοδο προγραμματισμού τα κράτη μέλη δύνανται -υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις- να χορηγούν δάνεια, εγγυήσεις και κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου με την ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ).

 

Σημειώνω εκ νέου ότι το ελληνικό γεωργικό εισόδημα, σε κατεύθυνση αντίθετη προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σημείωσε περαιτέρω συρρίκνωση κατά το 2011 (μείωση της τάξεως του 5,6%),  οφειλομένη σε πλείονες παράγοντες, όπως η στασιμότητα της γεωργικής πραγωγής, η υψηλή αύξηση του κόστους γεωργικών εισροών, καθώς και των φόρων επί της παραγωγής.

 

Παράλληλα με την τρέχουσα διαχείριση, επείγει η προπαρασκευή της ελληνικής διαπραγματευτικής θέσης, καθώς βρισκόμαστε ήδη στην κορύφωση μιας διαπραγμάτευσης για τη μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, παραλλήλως δε και της δημοσιονομικής της πλαισίωσης εντός του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2014-2020.

 

Ως προς την ποσοτική διάσταση, η διαπραγμάτευση για τον συνολικό προϋπολογισμό της ΚΑΠ αναμένεται ιδιαιτέρως περίπλοκη. Ορισμένα κράτη μέλη ασκούν πιέσεις, οι οποίες εντείνονται εν μέσω οικονομικής κρίσης, προς την κατεύθυνση της αποψίλωσης της ΚΑΠ και της μεταφοράς πόρων υπέρ άλλων τομέων της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ως μέλη της Επιτροπής Γεωργίας του ΕΚ δίδουμε σθεναρή μάχη για έναν ισχυρό προϋπολογισμό της ΚΑΠ. Επιπλέον, η Κομισιόν εισηγείται τη σύγκλιση του επιπέδου αμέσων ενισχύσεων των επιμέρους κρατών μελών, μέσω ανακατανομής των πόρων και αναλογικής μείωσης για όλα κράτη μέλη με επίπεδο αμέσων ενισχύσεων άνω του μέσου όρου ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η Ελλάς. Σημειωτέον ότι ορισμένα κράτη μέλη ζητούν ριζικότερη -έναντι της πρότασης της Κομισιόν-ανακατανομή.

 

Η σύνολη αξιολόγηση των νομοθετικών προτάσεων της Κομισιόν αποκαλύπτει μεταρρυθμιστικό δυναμικό, το οποίο όφειλε να έχει βρεθεί στο επίκεντρο μίας εις βάθος διαβούλευσης μεταξύ της κεντρικής, της αποκεντρωμένης διοίκησης, και αντιπροσωπευτικών φορέων.

 

Το νέο εθνικό μας σύστημα διακυβέρνησης καλείται να συν-διαμορφώσει ενεργά -προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων- το νομοθετικό πλαίσιο της νέας ΚΑΠ από κοινού με τους λοιπούς εταίρους της ΕΕ. Ενδεικτικά αναφέρω ορισμένες κρίσιμες πτυχές των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων, όπως η (ανα)κατανομή των πόρων μεταξύ των κρατών μελών στον α’ και στον β’ πυλώνα,  ο ορισμός του ‘ενεργού γεωργού’, οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης δικαιωμάτων άμεσης ενίσχυσης υπό το νέο καθεστώς, η οικολογική διάσταση της ΚΑΠ και οι παράμετροι των ‘επωφελών για το κλίμα και το περιβάλλον’ γεωργικών πρακτικών, ο επανακαθορισμός των μειονεκτικών περιοχών, τα επιλέξιμα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και το ποσοστό συγχρηματοδότησής τους.

 

Η υπό διαπραγμάτευση μεταρρύθμιση της ΚΑΠ συνιστά μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη χώρα μας να εγκαταλείψει την λογική της συγκυριακής μικρο-διαχείρισης των ευρωπαϊκών κονδυλίων υπέρ της αξιοποίησης του ευρωπαϊκού ρυθμιστικού και χρηματοδοτικού πλαισίου για την εξυπηρέτηση των στόχων μίας εθνικής στρατηγικής στον τομέα της γεωργίας.

 

Ειδικότερα, θα πρέπει να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά οι δυνατότητες, μεταξύ άλλων, για:

·         την καλύτερη στόχευση και αποτελεσματικότητα της στήριξης ως προς τους  ‘ενεργούς’, τους νέους, τους μικρούς γεωργούς, στρατηγικούς γεωργικούς τομείς, τη γεωργική δραστηριότητα στις μειονεκτικές περιοχές,

·         την ενίσχυση των οργανώσεων παραγωγών (επεκτείνεται η δυνατότητα αναγνώρισης Οργανώσεων Παραγωγών, ενώσεων Οργανώσεων Παραγωγών και Διεπαγγελματικών Οργανώσεων σε όλους πλέον τους τομείς της ενιαίας ΚΟΑ), καθώς και της διαπραγματευτικής θέσης των παραγωγών στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, μέσω και της νομοθετικής ρύθμισης των συμβατικών σχέσεων, όπως επιχειρείται επί του παρόντος στον γαλακτοκομικό τομέα,

·         την κατάρτιση των γεωργών και τη στήριξή τους μέσω συμβουλευτικών υπηρεσιών,

·         την προώθηση της οριζόντιας και κάθετης συνεργασίας μεταξύ φορέων της αλυσίδας εφοδιασμού, των βραχειών αλυσίδων εφοδιασμού και των τοπικών αγορών,

·         την ενίσχυση της βιολογικής γεωργίας (προβλέπεται πλέον ειδικό μέτρο στον β’ πυλώνα) και των συστημάτων ποιότητας γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΠΟΠ/ΠΓΕ/ΙΠΠ),

·         τη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας και διασύνδεσή τους με την πρακτική εφαρμογή στον γεωργικό τομέα ("Ευρωπαϊκή Σύμπραξη Καινοτομίας"),

·         τη διασφάλιση μίας οικονομικά και ταυτοχρόνως περιβαλλοντικά βιώσιμης γεωργικής δραστηριότητας (γεωργικές πρακτικές επωφελείς για το κλίμα και το περιβάλλον, γεωργοπεριβαλλοντικά μέτρα, γεωργία στις περιοχές του Δικτύου ΝΑΤURA 2000, και στις περιοχές Υψηλής Φυσικής Αξίας κ.α.)

·         τη χρήση αποτελεσματικών εργαλείων ρύθμισης της αγοράς και διαχείρισης των κινδύνων (οικονομικών-λόγω της έντονης αστάθειας των γεωργικών αγορών, κλιματικών, διατροφικών), ασφάλισης της παραγωγής και σταθεροποίησης του γεωργικού εισοδήματος (νέο εργαλείο για την παροχή αντισταθμίσματος σε περίπτωση μείωσης του εισοδήματος πέραν ενός ορισμένου ποσοστού).

 

Πέραν του ζητήματος του καθορισμού του νομοθετικού πλαισίου της νέας ΚΑΠ, το ελληνικό σύστημα διακυβέρνησης καλείται, παράλληλα, να προβεί στην απαιτούμενη προεργασία προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή του νέου καθεστώτος

Εν προκειμένω, κρίσιμος είναι ο προσδιορισμός των περιφερειών της χώρας για την κατανομή τόσο των αμέσων ενισχύσεων, όσο και την υλοποίηση των περιφερειακών προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Δεδομένου ότι τούτος μπορεί να βασισθεί σε αγρονομικά/οικονομικά κριτήρια (δεν θα συμπίπτει δηλαδή απαραιτήτως η ‘περιφερειοποίηση’ με τη διοικητική διάρθρωση της χώρας), δίδεται μία σημαντική ευκαιρία προς αξιοποίηση ως προς την οργάνωση της γεωργικής παραγωγής και την ανάδειξη των  συγκριτικών πλεονεκτημάτων των επιμέρους περιοχών.

 

Συνεπώς, η νέα Ελληνική Κυβέρνηση καλείται να λάβει κρίσιμες αποφάσεις σχετικά με τη μετάβαση από το ιστορικό μοντέλο στο περιφερειακό, και τον καθορισμό των επιμέρους περιφερειών, με γνώμονα, ευελπιστώ, έναν στρατηγικό σχεδιασμό, μακριά από την λογική της ‘διαχείρισης των επιδοτήσεων’. Σημειώνεται μάλιστα ότι επί τη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων θα γίνει και η κατανομή του εθνικού δημοσιονομικού φακέλου μεταξύ των επιμέρους περιφερειών. Ιδιαιτέρως σημαντική είναι και η εκπόνηση των θεματικών υποπρογραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης ως προς τους νέους γεωργούς, τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, τις ορεινές περιοχές, και τις βραχείες αλυσίδες εφοδιασμού.

 

Θα ήθελα, ακόμη, να υπογραμμίσω ότι απαιτείται από τις ελληνικές αρχές η απαιτούμενη προετοιμασία ως προς τη νέα προσέγγιση που εισηγείται η Κομισιόν σχετικά με τον πυλώνα της Ανάπτυξης της Υπαίθρου, και την υπαγωγή υπό Κοινό Στρατηγικό Πλαίσιο όλων των διαρθρωτικών Ταμείων της ΕΕ (Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, Ταμείο Συνοχής και Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας). Επιπλέον, στο νέο πλαίσιο επιβάλλεται στα κράτη μέλη ο εκ των προτέρων καθορισμός μετρήσιμων στόχων και δεικτών αποτελεσματικότητας στα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης. Πέραν των όποιων ενστάσεων ως προς το πρόσθετο διοικητικό άχθος, η νέα αυτή προσέγγιση αποτελεί πρόκληση για ορθολογικότερη αξιοποίηση των πόρων με πράγματι αναπτυξιακούς όρους για την Ελλάδα της υπαίθρου, με πολλαπλασιαστική προστιθέμενη αξία για τη χώρα.

 

Τέλος, ζητούμενο παραμένει η ανάπτυξη συνεργειών μεταξύ ποιοτικής γεωργικής και αγροδιατροφικής παραγωγής, αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης και ανάδειξης του τοπικού φυσικού και πολιτιστικού τοπίου.