εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Βιομηχανία Τροφίμων

0 comments

 Βιομηχανία Τροφίμων 

 
Περαιτέρω πτώση σημείωσε κατά το 2012, για τέταρτο συνεχόμενο έτος, η παραγωγή της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων.
 
Η πτώση ήταν πολλαπλάσια εκείνης που είχε καταγραφεί το 2011. H συνολική παραγωγή τροφίμων στη χώρα μας το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου- Νοεμβρίου 2012 ήταν μειωμένη, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2011, κατά 3,9%, έναντι μείωσης 0,5% έναν χρόνο πριν.
 
O όγκος της παραγωγής του κλάδου στο ενδεκάμηνο του 2012 βρέθηκε σε επίπεδα τα οποία είναι κατά 6,4% χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του έτους 2005. Η μέση τιμή του κλαδικού δείκτη παραγωγής την περίοδο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2012 (2005: 100 μονάδες) βρέθηκε στις 93,6 μονάδες.
 
Οι μεταβολές που σημειώνονται στην εγχώρια παραγωγή τροφίμων αντανακλούν την προσαρμογή των αναγκών των ελληνικών νοικοκυριών στις νέες οικονομικές συνθήκες, αλλά και την αδυναμία των βιομηχανιών του κλάδου να επεκταθούν εξαγωγικά σε βαθμό που να αναπληρώνει τις απώλειες οι οποίες σημειώνονται στην εσωτερική αγορά λόγω της κρίσης και της οικονομικής στενότητας των ελληνικών νοικοκυριών.
 
Όπως προκύπτει από επεξεργασία σχετικών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2012 μειώθηκε η παραγωγή, μεταξύ άλλων, επεξεργασμένου ρευστού γάλακτος κατά 4,2%, παγωτών κατά 4,8%, μερίδων νωπού-διατηρημένου με απλή ψύξη κοτόπουλου κατά 4,9%, γιαουρτιού κατά 1,5%, φρυγανιών, ψημένου ψωμιού και παρόμοιων προϊόντων κατά 10,1%, σταφίδων κατά 21,5%, καβουρντισμένου καφέ κατά 4,75%, λοιπών μη νωπών προϊόντων αρτοποιίας κατά 19,1%, τυροκομικών προϊόντων κατά 12,8%, αλλαντικών κατά 0,7%, λοιπών κρεατοπαρασκευασμάτων κατά 19,5%, κουφέτων κατά 3,9%, ξηρών καρπών κατά 38,05%, παρθένου ελαιολάδου κατά 14,9%, τροφών για ζώα κατά 2,3%, ολόκληρων κοτόπουλων κατεψυγμένων κατά 21,1%, τσιχλών κατά 20,8%, καραμελών από ψημένη ζάχαρη κατά 10,2%, λοιπών ζαχαρωδών κατά 7,6%, αλεύρων από σιτάρι κατά 3,3%, σοκολάτας παραγεμισμένης σε ράβδους κατά 1,5%, σοκολατοειδών με προσθήκη δημητριακών, ξηρών καρπών ή φρούτων κατά 9,2%, άλλων σοκολατοειδών σε πλακίδια κατά 6,0%, σκόνης για ζύμες κατά 5,7%, αφεψημάτων, τσιπς, σαλιγκαριών, οσπρίων και άλλων ειδών τροφίμων μη υποκείμενων σε αυτοτελείς κατηγορίες κατά 9,8%, πίτουρων, πιτουράλευρων και λοιπών κατάλοιπων από την επεξεργασία σιτηρών κατά 0,2%, γάλακτος και κρέμας γάλακτος με περισσότερο από 6% λίπος μη συμπυκνωμένων ή ζαχαρούχων κατά 16,5%, κατεψυγμένων λαχανικών κατά 9,0%, βουτύρου και άλλων γαλακτοκομικών για επάλειψη κατά 13,2%, φυτικών λιπών και λαδιών κατά 7,0% και μη τεμαχισμένων, νωπών ή διατηρημένων με απλή ψύξη κοτόπουλων, κατά 2,2%.
 
Στον αντίποδα, την ίδια περίοδο κατεγράφη αύξηση της παραγωγής σε άλλες κατηγορίες τροφίμων. Συγκεκριμένα, αυξήθηκε η παραγωγή, μεταξύ άλλων, ζυμαρικών κατά 7,5%, μπισκότων με γλυκαντικά ή σοκολάτα κατά 1,3%, χυμών φρούτων και λαχανικών κατά 6,5%, αλεύρων δημητριακών εκτός του σιταριού κατά 1,0%, εξευγενισμένων ελαίων κατά 1,8%, κομποστών φρούτων κατά 8,65%, γλυκών κουταλιού και μαρμελάδων κατά 19,75%, άλλων παρασκευασμένων τροφών που λαμβάνονται από τη διόγκωση ή τη φρύξη δημητριακών κατά 1,7%, τοματικών προϊόντων κατά 17,3%, μαργαρίνης και λοιπών βρώσιμων λιπών κατά 0,8%, γκοφρετών κατά 3,6%, ζυμών αρτοποίησης κατά 1,2%, ρυζιού κατά 1,15%, μερέντας κατά 1,4%, χόνδρων και χονδράλευρων σιταριού κατά 5,2% και παρασκευασμένων λαχανικών και φρούτων κατά 7,2%.
 
Η παραγωγή του κλάδου των τροφίμων αντιστοιχεί κατά την ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με έρευνα που είχε διεξαχθεί το 2005, στο 18,2% της παραγωγής ολόκληρης της ελληνικής μεταποιητικής βιομηχανίας.